Η Μαρία είναι φίλη, εκπαιδευτικός, καθηγήτρια γυμνασίου.
Όταν πρωτοδιορίστηκε, ενθουσιασμένη που επιτέλους θα πραγματοποιούσε το νεανικό της όνειρο και συνεπαρμένη από τον ρομαντισμό και τον ιδεαλισμό της ηλικίας, άρχισε να κουβαλάει σημειώσεις, μελέτες, βοηθητικά βιβλία, να προσπαθεί δηλαδή να κάνει ουσιαστικά τη δουλειά της.
Πίστευε ότι μέσα στην αίθουσα του σχολείου οι μαθητές δικαιούνται να κατανοήσουν πλήρως το μάθημα της ημέρας και ήθελε να το καταφέρει αυτό με τον καλύτερο τρόπο. Δεν κράτησε πάνω από ένα δεκαπενθήμερο.
Οι «καλοί συνάδελφοι» της την έπεσαν πολύ άγρια και ψυχρά. «Αυτά τα βοηθήματα δεσποινίς μου, φυλάξτε τα για τα ιδιαίτερα» της είπαν, «δεν είναι δυνατόν να κάνετε πράγματα που βάζουν σε κίνδυνο την επιβίωσή μας».
Μην κάνεις δηλαδή Μαρία μου προσπάθεια να διδάξεις γιατί τώρα πλέον μπήκες σε ένα σύστημα που δεν ενδιαφέρεται να διδάξει, αλλά θρέφεται με εξωσχολική διδασκαλία αμειβόμενη με μαύρο χρήμα. Που εξασφαλίζει την συμπλήρωση του εισοδήματος του καθηγητή. Έτσι δεν γίνεται με τον κάθε δημόσιο υπάλληλο που υποχρεώνεται από το ίδιο το συναδελφικό του κατεστημένο να μην κάνει παραγωγική εργασία για να μη χαλάσει την πιάτσα; Για να μην έχει και η «διοίκηση» την ίδια απαίτηση και από τους υπόλοιπους; Και αν δηλαδή η δουλειά γίνει αποτελεσματικά και γρήγορα, τότε πώς θα πέσει το φακελάκι; Πώς θα γίνουν τα ιδιαίτερα μαθήματα που είναι το φακελάκι του εκπαιδευτικού;
Ο δημόσιος υπάλληλος, ο καθηγητής, κάνει σε μια μικρή, ατομική κλίμακα αυτό που κάνει η κυβέρνηση. Ιδιωτικοποιεί. Όπως οι ΔΕΚΟ και οι οργανισμοί ιδιωτικοποιούνται για να γίνουν ανταγωνιστικές και παραγωγικές, έτσι και ο δημόσιος υπάλληλος ιδιωτικοποιεί τις υπηρεσίες του για το «κατιτίς του» που όμως του εξασφαλίζει την επιβίωσή του.
Ας φωνάζουμε όσο θέλουμε για το άρθρο 16 και τα ιδιωτικά ΑΕΙ. Η ιδιωτικοποίηση έχει γίνει de facto από το δημοτικό και το γυμνάσιο. Με μια διαφορά όμως. Αφορά τον χρόνο έξω και πέρα από τις ώρες διδασκαλίας και το πρόβλημα δεν είναι μόνο οικονομικό. Αφορά τα ίδια τα παιδιά και την ποιότητα της ζωής τους. Τον ελεύθερο χρόνο τους και τη δυνατότητα που αυτό συνεπάγεται για την καλλιέργειά τους, την ψυχική ισορροπία τους.
Πώς να καταφέρει ο μαθητής να αθληθεί, να ασχοληθεί με περισσότερες ξένες γλώσσες, μουσική, να ξεφυλλίσει εξωσχολικό βιβλίο, να ασχοληθεί με τη ζωή, με τους γονείς του, όταν πρέπει στις λίγες διαθέσιμες ώρες του να μάθει σε φροντιστήριο ή ιδιαίτερα την ύλη που δεν έμαθε στην τάξη και να κάνει και την εργασία που απαιτεί το σχολείο; Πως γίνεται να φτάνει αυτή η κατάσταση σε τέτοιο βαθμό κυνισμού και ξεδιαντροπιάς ώστε καθηγητές να λένε στα παιδιά: «καλά, αφήστε αυτά θα τα μάθετε στο φροντιστήριο»; Σε ποια άλλη χώρα δηλαδή το περίφημο αυτό «φροντιστήριο» έχει πάρει τη θέση της κανονικής «δωρεάν παιδείας» ακόμα και για το Δημοτικό; Πώς να μη βγουν λειψά και συμπλεγματικά τα παιδιά μας δηλαδή όταν ένα ολόκληρο σύστημα λεηλατεί τη ζωή τους;
Καλούνται να αντιμετωπίσουν αυτό το τέρας που τους δημιουργήσαμε και που το αποκαλούμε «δωρεάν παιδεία», εκπαιδεύονται στο να αντιμετωπίζουν εξετάσεις αντί να παίρνουν ουσιαστική γνώση, την ώρα που άλλα παιδιά σε άλλα σημεία της Ευρωπαϊκής Ένωσης (όχι κατ’ ανάγκη στα πλουσιότερα) έχουν χρόνο να διευρύνουν το μυαλό τους, να ισορροπήσουν και μοιραία αργότερα να γίνουν οι ηγέτες των δικών μας μελλοντικών υπαλλήλων.
Οι δαπάνες για την παιδεία πρέπει να αυξηθούν ΤΩΡΑ. Να σταματήσει αυτή η ντροπή του χαμηλότερου στην Ευρώπη μισθού. Να αυξηθεί ο μισθός των εκπαιδευτικών ώστε να απαγορευτεί αυστηρά το «ιδιαίτερο». Να απαιτηθεί να γίνεται επαρκής διδασκαλία που να θέσει σε αχρηστία το θεσμό του φροντιστηρίου. Να μετεκπαιδεύονται δάσκαλοι και καθηγητές, να ενημερώνονται στις νέες γνώσεις και μεθόδους, να είναι σε θέση να ανιχνεύσουν μαθησιακά προβλήματα που να φροντίζονται περεταίρω από ένα πλήρες, επιτέλους, παιδαγωγικό σύστημα. Και φυσικά να κρίνεται ο καθηγητής και η επάρκειά του από το ποσοστό των παιδιών της τάξης του ή του μαθήματός του που αναγκάζεται να αναζητήσει εξωσχολική βοήθεια. Και όχι από συνδικαλιστικές και κομματικές προτιμήσεις.
Γιατί δεν φροντίζετε κύριε Πρωθυπουργέ να σταματήσετε αυτή τη ντροπή της συνενοχής ενός κράτους που κλείνει το μάτι στον εκπαιδευτικό λειτουργό του στέφοντάς τον στο να βρει τρόπους παράνομων και καταστροφικών -για τα παιδιά μας- εσόδων;
Πού ξέρετε, μπορεί όταν φτάσουμε στο ζητούμενο, να κατακτήσουμε και την ποθούμενη αποκατάσταση σχέσης μεταξύ μαθητών και καθηγητών, να αποκατασταθεί και ένα μέρος του κύρους και του σεβασμού που σήμερα έχει εκλείψει από τον μαθητή προς τον υπάλληλο του (στα ιδιαίτερα) καθηγητή.
Λίγα χρήματα από αυτά που εξανεμίζονται από τους κουμπάρους, τα δημόσια ταμεία και τα όπλα χρειάζονται, και -όχι πολύ- μυαλό. Και απόφαση να επενδύσουμε επιτέλους στο μέλλον μας.