Και κάποτε έφτασα σε μια συλλογή με κομμάτια όπου συνεργάζονται μουσικοί από Τουρκία, Αρμενία, Ελλάδα, Βαλκάνια. Με duduk, ney, κεμετζέ και νταρμπουκάδες.
Και αποφάσισα να γράψω δυό λόγια για τη «ντουντούκα». Το duduk.
Το πνευστό εθνικό όργανο της Αρμενίας. Κυρίως. Γιατί το όργανο αυτό το συναντάμε σε όλη σχεδόν την εγγύς ανατολή, στον Καύκασο, στο Αζερμπαιτζ

Το duduk, είναι συνήθως κατασκευασμένο από ξύλο βερικοκιάς και έχει επιστόμιο με διπλό καλάμι. Άρα συγγενεύει με το όμποε (σε αντίθεση με τα κλαρίνα και τα σαξόφωνα που έχουν μονό καλάμι και αφήνουν τη διαμόρφωση του ήχου στη περαιτέρω πολυπλοκότητα του οργάνου). Εκεί ακριβώς είναι όλο το κόλπο.
Το διπλό καλάμι κάνει θαύματα όταν έρχεται σε επαφή με το στόμα του μουσικού, που το πιέζει ή το χαλαρώνει για να διαμορφώσει το «στρογγύλεμα» του ήχου. Δεν είναι απλά αέρας που περνάει από μια στενή δίοδο παράγοντας τον διαπεραστικό ήχο της γκάιντας π.χ. (κι ας έχει κι αυτή διπλό καλάμι στην εξαγωγή του αέρα που φυσικά δεν έρχεται σε επαφή με το στόμα).
Εδώ είναι ο μαέστρος, ο Τζιβάν Γκασπαριάν, ο πιο γνωστός δεξιοτέχνης του οργάνου με καμιά 20ριά δίσκους στο ενεργητικό του. Ακούστε τι διήγηση μπορεί να κάνει ένα τόσο δα όργανο.
Όποιος θέλει να προσθέσει «δράμα» στη μουσική του βάζει και ντουντούκ. Ο Πήτερ Γκάμπριελ όταν έκανε τη μουσική για τον «Τελευταίο Πειρασμό» (πάνε καμιά 20ριά χρόνια τώρα), έκανε ένα από τα καλύτερα μουσικά παντρέματα με το όργανο αυτό.
Εδώ και με τον Brian May (X-Queen)